Υπήρχε (και υπάρχει) πάντα η αίσθηση ότι οι γυναίκες μετά τα 40 έχουν χάσει το ...τρένο της μητρότητας. Αν ρωτήσεις τον γυναικολόγο σου, όπως εγώ τον δικό mου, θα σου πει ότι αυτό δεν ισχύει: σαφώς και μπορείς να γίνεις μητέρα, αλλά κάθε χρόνος που περνάει από εκεί και πέρα δυσκολεύει την κατάσταση (σύλληψη, εγκυμοσύνη)– και κάνει πιο επικίνδυνα τα πράγματα για σένα και το μωρό.
Και ναι, υπάρχουν «ιδανικές» ηλικίες για να γίνεις μητέρα – με βάση τη βιολογία. Η γονιμότερη περίοδος για μια γυναίκα ξεκινάει στα 18 και φτάνει ως τα 34 χρόνια. Μετά τα 35 αρχίζει να μειώνεται η γονιμότητα. Αυτά είναι μερικά στοιχεία, με το μέσο όρο ηλικίας της πρώτης εγκυμοσύνης να βρίσκεται σήμερα στα 28 με 30 χρόνια (σε παγκόσμια κλίμακα).
Τα δεδομένα, βεβαίως, τα τελευταία χρόνια έχουν λίγο αλλάξει ανεβάζοντας το μέσο όρο ηλικίας που μια γυναίκα επιλέγει να γίνει μητέρα και η εγκυμοσύνη μετά τα 40, ακόμα κι όταν μιλάμε για το πρώτο παιδί, δεν είναι παράδοξο φαινόμενο. Αντιθέτως.
Μια έρευνα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου έρχεται σήμερα να αποκαλύψει ότι, για πρώτη φορά μετά το 1947, οι 40άρες και οι γυναίκες άνω των 40 έχουν υψηλότερο ποσοστό σε γεννήσεις από εκείνο των γυναικών που διανύουν τα 20. Το ηλικιακό γκρουπ των 40+ εμφάνισε μια αξιοσημείωτη άνοδο (3,4%) στα ποσοστά του μέσα στο 2015, την ίδια στιγμή που οι κοπέλες κάτω των 20 έριξαν σημαντικά τα δικά τους ποσοστά ( κατά 7,1%).
Τι σημαίνει αυτό; Σύμφωνα με την έρευνα, «Οι γυναίκες στις αναπτυγμένες χώρες έχουν μεταθέσει τη μητρότητα για πολύ αργότερα στη ζωή τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες όπως στο ότι σήμερα οι γυναίκες εκπαιδεύονται και δουλεύουν, στη σημασία που δίνουν στην καριέρα τους, στο ότι πλέον έχει αυξηθεί το κόστος της ζωής και της ανατροφής παιδιών, κ.ά.
Η αύξηση στο ποσοστό των γυναικών που γεννούν μετά τα 40 έχει ανεβάσει για το 2015 και το γενικό μέσο όρο ηλικίας πρώτης εγκυμοσύνης στα 30, 3 χρόνια».
Παρά, βεβαίως, την αύξηση στα ποσοστά μεγαλύτερων γυναικών, πρώτες στα ποσοστά γέννησης είναι οι γυναίκες ηλικίας 30 με 34, με 111 γέννες ανά 1000 γυναίκες.